Μιά μακρινή φωτίτσα στον ορίζοντα!

Posted: 02/04/2010 by Διαχειριστής in Ανθρώπινα και καθημερινά, Διεθνές κίνημα
Ετικέτες: , , ,
  • `

    Δεν είναι όλα κατάμαυρα συντρόφισσες και σύντροφοι

    `

    Καλή ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

    `

    `

    Στη μακρινή Βενεζουέλα εδώ και 30-τόσα χρόνια ξεκίνησε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα, το El Sistema (Fundación del Estado para el Sistema Nacional de las Orquestas Juveniles e Infantiles de Venezuela). Ένας ντόπιος μουσικός, ο Χοσέ Αμπρέου, βάλθηκε να μαζέψει παιδάκια στις πιο φτωχές, τις πιο απομακρυσμένες περιοχές, τις πιο βουτηγμένες στο έγκλημα και στο πάρε-δώσε των ναρκωτικών, και να τα κάνει μουσικούς. Το πράγμα προχώρησε σιγά-σιγά, χωρίς λεφτά και άρχισε να αποδίδει καρπούς. Πέρασαν τα χρόνια, 250.000 (!) παιδάκια έμαθαν μουσική, και άρχισαν να φτιάχνονται σχολικές ορχήστρες. Οι ορχήστρες σε όλη τη χώρα ξεπέρασαν τις 100 και από αυτές οι 90 είναι συμφωνικές (ξανα-!). Οι καλύτεροι από αυτούς τους νεαρούς μουσικούς μαζεύονται σε κεντρικές ορχήστρες, με κορυφή την Ορχήστρα Σιμόν Μπολιβάρ, που αυτή την εποχή διευθύνει άλλο ένα προϊόν del Sistema, ο 28χρονος (ξανα-!) μαέστρος Γουστάβο Ντουνταμέλ, που είναι επίσης εδώ και λίγους μήνες ο νέος μαέστρος της Φιλαρμονικής του Λος Άντζελες (ξανα-!).

    Έκαναν τουρνέ οι Βενεζουελάνοι πιτσιρικάδες με τον πιτσιρικά μαέστρο τους και παίξανε και στο Σάλτσμπουργκ. Μάλλον καλά θα έπαιξαν, γιατί οι απαιτητικοί Σαλτσμπουργκαίοι ζήτησαν και ανκόρ. Ξεκίνησε το ανκόρ με ένα ταρατατζούμ κάπως οικείο και με την πρώτη φράση των εγχόρδων οι Σαλτσμπουργκαίοι αναγνώρισαν το κομμάτι και χειροκρότησαν. Μάλλον δεν περίμεναν ότι οι Ινδιάνοι πιτσιρικάδες θα τολμούσαν να παίξουν Στράους και μάλιστα στην Αυστρία. Και
    κάνει zoom-out η κάμερα και θολώνει ο νους. Πρόκειται για ΜΕΓΑΛΗ ορχήστρα, διπλή,  καμμιά διακοσαριά άτομα. Και παίζουν καλά οι άτιμοι:

    Συνεπώς ενδιαφερόμεθα, διαβάζουμε, ψάχνουμε. Και βρίσκουμε ένα βιντεάκι από μία απονομή, με τους  Ινδιάνους live από το Καράκας. Μόνο που δεν είναι οι ΣιμονΜπολιβάροι που είναι πιτσιρικάδες μεν, αλλά γύρω στα 20-25. Είναι οι από κάτω τους, αυτοί που πάνε ακόμα σχολείο. Η Ορχήστρα «Τερέσα Καρρένιο», έτσι τους λένε. Παιδάκια μικρά, μερικά εμφανώς αμούστακα. Ξεκινούν με Σοστακόβιτς, από τη 10η Συμφωνία το 2ο μέρος, που οι ειδικοί λένε ότι είναι ένα αποτρόπαιο μουσικό πορτραίτο του Στάλιν. Είναι ένα κομμάτι πολύ γρήγορο, βίαιο, άγριο, με εξαιρετικά απαιτητικά περάσματα, ειδικά για τα πνευστά, και ειδικότερα για τα ξύλινα, με πανδύσκολο ανσάμπλ. Τα μαθητούδια είναι ντυμένα με τα καθημερινά τους ρούχα, τα τζην τους τα σκισμένα, τα χαϊμαλιά τους, ό,τι φοράνε τα παιδιά σήμερα. Και παίζουν ηρωικά, ούτε μία νότα δεν φεύγει. Χειροκροτήματα, περνάμε στο επόμενο κομμάτι, έναν (άγνωστό μου) Χορό ενός (αγνώστου μου) συνθέτη από το Μεξικό, ονόματι Αρτούρο Μάρκες.

    Τα Ινδιανάκια έχουν αλλάξει στο μεταξύ, έχουν φορέσει τη φόρμα της Εθνικής τους ομάδας, της Εθνικής Βενεζουέλας. Το κομμάτι είναι εξαιρετικό, με τη ρυθμική αγωγή που θα περίμενε κανείς από έναν χορό λατινοαμερικάνικο να ξεπροβάλλει καθώς η μουσική προχωρεί και τα παιδάκια παίζουν με ορμή. Μπαίνουμε στο τελευταίο θέμα του χορού και καθώς η κάμερα απλώνει, συνειδητοποιείς ότι βλέπεις πάλι μια μεγάλη ορχήστρα, ίσως να μη φτάνει τα 200 άτομα των Μπολιβάρων, αλλά τα 150 τα ζυγώνει σίγουρα. Μα πώς παίζουν τόσο καλά, τόσα πολλά άτομα μαζί? Το κομμάτι κορυφώνεται και τα παιδάκια σείονται, τα δοξάρια δάσος ολόκληρο πηγαινοέρχονται σαν να τα δέρνει καταιγίδα κι όμως ούτε μισή νότα δεν ξεφεύγει ποτέ και να, φτάνουν τα τελευταία μέτρα και τα παιδάκια σηκώνονται όρθια και τελειώνουν το κομμάτι παίζοντας και χορεύοντας μαζί:


    Ωραία περάσατε? Εγώ να δείτε. Ας προσγειωθούμε λοιπόν στη χώρα των σκατάδων. Είναι μια χώρα που τα παιδάκια τα λένε Περικλήδες, Νεφέλες, Ιάσονες και Ιόλες. Παλιά χώρα, με ιστορία. όμορφη χώρα. Και οι Περικλήδες με τις Ιόλες μεγαλώνουν ακούγοντας Βίσση, παίζοντας Πάμε Στοίχημα, βλέποντας Τατιάνα Πουτανίδου, ακούγοντας τους γονείς τους να λένε πόσο καλύτερη είναι η δικιά τους μαιζονέτα από τη μαιζονέτα των Χατζηπαπαραίων, και ονειρεύονται να γίνουν μοντέλα. Ή μάνατζερ! Ή να τα προσλάβουν στα Stage. Στη χώρα αυτή υπάρχουν κάτι ορχηστρούλες που η και καλά καλύτερη στις καλές της βραδιές κάνει ένα φάλτσο ανά δεκάλεπτο και στις άσχημες κάνει μόνο φάλτσα. Η λέξη «μουσικός» συνήθως σημαίνει «μπουζουξής», ο κύριος και η κυρία Χατζηπαπάρα πετάει γαρδένιες στον ΛεΠα, ο Περικλής βολοδέρνει στις καφετέριες και η Ιόλη διαβαζει ότι η Μακρυπούλια τα έφτιαξε με τον Νίνο και μετά οραματίζεται να βγει ως γλάστρα στη Μενεγάκη.

    Το κατά κεφαλήν εισόδημα της Βενεζουέλας είναι το μισό από της χώρας των σκατάδων, που επί πλέον έχει χρεωκοπήσει.

    Ftamei_pia

    (Από Mail φίλου ΔΠ)

  • Advertisement
    Σχόλια
    1. Ο/Η κ.κ. λέει:

      Στην Ελλάδα καταστράφηκε η μικρή κοινότητα, το χωριό και η γειτονιά, και μαζί τους ο τρόπος ζωής, το ήθος και ο πολιτισμός που αυτά θα μπορούσαν να κουβαλάνε, εκεί δηλαδή που οι άνθρωποι θα μπορούσαν να συναντιούνται με φυσικό τρόπο, ως πρόσωπα, και θα δημιουργούσαν, συγκροτώντας και εκφράζοντας το συλλογικό. Πόλεμοι εμφύλιος, φτώχια, μετανάστευση, ξένες επεμβάσεις, βία, καταστολή, δικτατορία, κατέστρεφαν βίαια ότι θα μπορούσε να ανθίσει. Η σύγχρονη ελληνική χυδαιότητα έχει βαθιές ρίζες, ιστορία και συγκεκριμένες αιτίες. Σήμερα η εξουσία των ΜΜΕ είναι αυτή που συνδέει τους ανθρώπους και τους καθιστά μέλη μιας κοινωνίας που στην πραγματικότητα είναι απολύτως κατακερματισμένη. Υπάρχουν κι εδώ παιδιά και γονείς που αγαπούν την ομορφιά, τη μουσική, την τέχνη, τη μόρφωση. Όμως αυτοί τραγουδάνε ψιθυριστά ενώ το θράσος κρώζει γιατί τέτοια είναι η φύση του. Πρέπει να μιλήσουμε για όλα, επειδή όλα είναι αλληλένδετα. π.χ. η ελληνική πόλη έχει καταστραφεί και από την κυριαρχία του Ι.Χ. που επιβλήθηκε μετά τον Β Παγκόσμιο πόλεμο σε όλες τις υπο αμερικάνικη επιρροή χώρες του πλανήτη, αφού η General Motors μαζί με εταιρείες πετρελαίου και ελαστικών οργάνωσαν μια συνομωσία εξόντωσης του τραμ που ήταν το κύριο αστικό μέσο μεταφοράς σε ολόκληρο τον πλανήτη μέχρι το 1930. Ξέρουμε πώς ξηλώθηκαν τα τραμ και σε όλες τις ελληνικές πόλεις, τη νύχτα! Σήμερα γίνονται προσπάθειες για δίκτυα ποδηλατοδρόμων (π.χ. Καρδίτσα) και τεράστιας σημασίας είναι η επαναφορά των ελαφρών μέσων σταθερής τροχιάς (τραμ) για αστικές μετακινήσεις και του τρένου, που πρέπει να επεκταθεί και στην Πελοπόννησο και να είναι δημόσιο, για υπεραστικά ταξίδια. Πρέπει να μιλήσουμε ξανά για την πάλαι ποτέ αποκέντρωση που δεν έγινε, για την ανάπτυξη της περιφέρειας με όρους σεβασμού της ιστορίας, της τοπικής ιδιαιτερότητας, του φυσικού περιβάλλοντος, για την παραγωγή τοπικών προιόντων, την ενεργειακή αυτονομία που είναι εφικτή στον τόπο μας (άνεμος, νερό, ήλιος)στην υπηρεσία των αναγκών της κοινότητας, όχι του κεφαλαίου.

    2. Ο/Η Δημήτρης Α λέει:

      Αναρωτιέμαι: Μήπως και στη Βενεζουέλα δεν κυριαρχεί η ιδιωτική (και αντικυβερνητική!) σκουπιδοτηλεόραση; Μήπως κι εκεί (τη χώρα με τη φτηνότερη βενζίνη στον κόσμο!) δεν κυριαρχεί το ΙΧ αυτοκίνητο; Μήπως κι εκεί δεν υπάρχει αστυφιλία, με τους χωρικούς να ψάχνουν (και να μη βρίσκουν) την τύχη τους στις αυθαιρετουπόλεις του Καράκας; Μήπως οι απαντήσεις δεν είναι τόσο εύκολες; Σκέφτομαι αυτούς που κατηγορούν τις «απάνθρωπες τσιμεντουπόλεις», όχι άδικα ίσως, θυμάμαι όμως καθαρά ότι οι ανθρώπινες σχέσεις γειτονιάς επιβίωναν θαυμάσια και στις πυκνοκατοικημένες & τσιμενταρισμένες συνοικίες της Αθήνας των μικράτων μου.
      Δεν αρνούμαι το ρόλο που παίζουν όσα αναφέρθηκαν, ειδικά η ιδιωτική TV έπαιξε ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟ ρόλο στον εκφυλισμό της ελληνικής κοινωνίας (όπως και τόσων άλλων), απλά φοβάμαι ότι συχνά μένουμε στην επιφάνεια των πραγμάτων: οι ανθρωποφαγικά ανταγωνιστικές σχέσεις που αναπτύσσονται στην καπιταλιστική ζούγκλα σήμερα, κάνουν την Ελλάδα του ’80 να φαντάζει σοσιαλιστικός παράδεισος! Οι ίδιες γειτονιές αλλάζουν όψη, αγριεύουν και βυθίζονται στη καχυποψία και τη γκετοποίηση – και δεν είναι ανάγκη να χτιστούν νέα σπίτια ή να προστεθούν περισσότερα αυτοκίνητα, ούτε φταίει ότι οι κάτοικοι ανήκουν σε άλλες φυλές ή μιλάν άλλες γλώσσες, ΦΤΑΙΝΕ ΟΙ ΟΡΟΙ ΖΩΗΣ ΠΟΥ ΜΕΤΑΒΛΗΘΗΚΑΝ, οι όροι επιβίωσης που άλλαξαν, οι κανόνες του παιχνιδιού που σκλήρηναν και δεν αφήνουν περιθώρια ανοχής κι αλληλεγγύης. Άλλωστε, κι οι γειτονιές των πόλεων της Βενεζουέλας ήταν (και σε μεγάλο βαθμό είναι) βουτηγμένες στην εγκληματικότητα και τη μιζέρια, μέσα απ΄αυτές τις συνθήκες ξεπήδησαν (τρόπος του λέγειν, κάποιοι έριξαν το σπόρο) και το systema κι ο Τσάβες κλπ. Τίποτα δεν έγινε αυτόματα, πήρε χρόνο πολύ κι αγώνα σκληρό, αλλά έτσι δεν γίνεται πάντα; Προσπάθειες αρκετές υπάρζουν, τίποτα όμως δεν φέρνει άμεσο αποτέλεσμα, ιδίως όταν μια κοινωνία έχει δηλητηριαστεί απ΄τη νοοτροπία της ατομικίστικης ανθρωποφαγίας και δε θέλει να παραδεχτεί ότι τρώει πια (τον καιρό της πείνας) τις ίδιες της τις σάρκες…

    3. Ο/Η κ.κ. λέει:

      Σίγουρα οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες. Και ακριβώς εδώ ανοίγουμε τη συζήτηση, δεν προσπαθούμε να την κλείσουμε όπως όπως, που θα ήταν λάθος. Ποιοί είναι όμως αυτοί οι ΟΡΟΙ ΖΩΗΣ που σωστά επισημαίνεις; Πιο πάνω προσδιόρισα πρόχειρα μερικούς.
      Η λέξη ΗΘΟΣ, έμαθα σήμερα οτι στην αρχική της έννοια σημαίνει ΤΟΠΟΣ. Αυτό προς σκέψη, μια που κι εσύ αλλού μίλησες για το δίκαιο και το άδικο. Και το άλλο που θα ήθελα να σημειώσω είναι πως κάθε χώρα, κάθε τόπος, είναι ένας άλλος πολιτισμός, μια διαφορετική ιστορική διαδρομή. Μπορεί και στη Βενεζουέλα να κυριαρχεί το ΙΧ, να υπάρχουν κι εκεί υποβαθμισμένες γειτονιές και σωστά αναζητάς τις ομοιότητες, υπάρχουν όμως και οι ιδιαιτερότητες, κι εκεί να ψάξουμε ίσως το γιατί. Προσπάθησα να κάνω ένα ελάχιστο, πρόχειρο πορτραίτο της ελληνικής περίπτωσης, με αναφορά στην ιστορία και τις μεταλλάξεις της κατοίκησης, του τόπου, που είναι κομμάτι αυτού που λέμε πολιτισμός και είναι ενιαίος, δηλαδή συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες γεννούν τις μουσικές όσο και τα χτισμένα περιβάλλοντα και όλα αλληλεπιδρούν. Το ρεμπέτικο π.χ. άνθισε στην Τρούμπα. Αυτό σημαίνει οτι η προσφυγιά και τα ναρκωτικά παράγουν απαραίτητα τέχνη; Φυσικά δεν είναι τόσο απλές οι ερμηνείες. Πρέπει να μελετήσουμε όλο το πλαίσιο. Και μπαίνουμε σε εξειδικευμένες συζητήσεις. Και τελικά αυτή η ατομικίστικη ανθρωποφαγία που λες πώς καλλιεργείται; Μήπως στην Ελλάδα οι με εύκολο και παρασιτικό τρόπο πλουτίσαντες είναι πάρα πολλοί, με ότι σημαίνει αυτό; Μήπως το ήθος τους, εκφρασμένο και στο χτισμένο περιβάλλον και στην τέχνη και παντού, το οποίο κληρονομούν και στα παιδιά τους, έχει διαποτίσει τα πάντα; Δεν ξέρω. Κι εγώ σκέφτομαι με αφορμή αυτά που γράφονται εδώ. Λέω πως το να χτυπάς το ΙΧ στο όνομα μιας άλλης ηθικής της μετακίνησης, είναι σημαντικό, όχι πως φτάνει. Το να διεκδικείς δημόσιο χώρο για ανθρώπινες συναντήσεις, κι όχι Mall, είναι επίσης μια άλλη ηθική απέναντι στην εμπορευματοποίηση των πάντων. Είναι μεγάλη συζήτηση Δημήτρη Α. πάντως δεν διαφωνούμε.

      • Ο/Η Δημήτρης Α λέει:

        Όντως δεν διαφωνούμε, ας προσθέσω μόνο έναν προβληματισμό, μια και μίλησες για ιστορικές διαδρομές: Στη Λατ.Αμερική, μ’όλη την πολύχρονη καταπίεση κι εξαθλίωση των λαών της και τον ασύστολο πλουτισμό των ελίτ της, διαμορφώθηκαν ταξικές συνειδήσεις που έδωσαν κινήματα και πολιτισμό που θαυμάσαμε παραπάνω.
        Στην Ελλάδα, παρά τις ομοιότητες, κυριάρχησε τελικά μια «κοινωνική ρευστότητα» υπέρ του μεταπρατικού κεφαλαίου και της καταφερτζίδικης μικροαστικής τάξης της λοβιτούρας, της αυθαιρεσίας, του μικροσυμφέροντος και του ατομισμού.
        Η παραοικονομία, η καταπάτηση/υπεξαίρεση δημόσιων αγαθών, η κάθε λογής («νόμιμη» ή «παράνομη») λαθρεμπορία, η μικρή ή μεγάλη κομπίνα, πολλούς βόλεψαν, διευκόλυναν, ευνόησαν ή διέσωσαν τις τελευταίες δεκαετίες της δικομματικής εκμαυλιστικής κυριαρχίας. Τώρα που το σύστημα αυτό πνέει τα λοίσθια (όσο κι αν πολλοί δεν θέλουν να το καταλάβουν), η «συμπαγής ταξική συνείδηση» αποτελεί παρελθόν για μεγάλα στρώματα «τέως-βολεμένων μη προνομιούχων», που απλά δυσανασχετούν με την απώλεια της βολής τους, ψάχνουν αποδιοπομπαίους τράγους (πχ μετανάστες, μειονότητες) ή επινοούν εχθρούς, εξωτερικούς (βλ. τούρκους, αλβανούς, «σκοπιανούς» κλπ) ή εσωτερικούς (αριστερούς, αναρχικούς κλπ.)
        Το δηλητήριο του ατομικίστικου συμφεροντολογισμού δεν αποβάλλεται εύκολα, απλά στρέφει τον «πρώην-βολεμένο» στον αδίστακτο κυνισμό, το φασισμό, την αντικοινωνική υπερβολή. Όλη αυτή η ακραία αντίδραση ΔΕΝ μπορεί να πάει μακριά, δεν οδηγεί σε καμμιά προοπτική, όπως το λαβωμένο αγρίμι δεν κερδίζει τίποτα με την επιθετικότητά του. Το ΑΝΤΙΔΟΤΟ μας (από το πιο μικρό, πχ ο αγώνας μιας γειτονιάς, ως το πιο ευρύ, πιο κεντρικά πολιτικό) σταλάζει σε μικρές δόσεις και δρα αργά. Μπορεί η επιτυχία να μην είναι δεδομένη (και πότε είναι;), αλλά πιστεύω αποτέλεσμα υπάρχει και προοπτική υφίσταται. Άλλωστε, κάθε ιστορικό στραπάτσο κάτι αφήνει σαν συλλογική ιστορική εμπειρία, κάθε κατάρρευση ψευδαίσθησης κάπως ωριμάζει το κοινωνικό σώμα και κάθε τσεκουριά στο κλαδί μπορεί να το κάνει να πετάξει και πάλι φύλλα κι άνθη.

    4. Ο/Η pan λέει:

      Αναδημοσίευση:
      Το φυσικό έδαφος της πολιτικής (μια πιθανή εκδοχή)
      Α.
      Είναι γενικά παραδεκτό ότι καθοριστικό ρόλο στην κοινωνική λειτουργία παίζει ο τρόπος με τον οποίο η κοινωνία παράγει και διανέμει τα προς το ζην και ότι πάνω σε αυτή τη παραγωγική «βάση», που ονομάζεται «τρόπος και σχέσεις παραγωγής», διαμορφώνονται και οικοδομούνται οι «θεσμοί» και η πολιτική. Είναι επίσης παραδεκτό ότι οι θεσμοί με τη σειρά τους επιβάλλουν ή ευνοούν την διατήρηση ή την αλλαγή των ανάμικτων τρόπων και του κυρίαρχου «τρόπου» και καθορίζουν έτσι σημαντικές λεπτομέρειες της ζωής των ανθρώπων. Βέβαια ο σχηματικός αυτός διαχωρισμός σε «βάση» και «θεσμούς», δεν μπορεί να διαχωρίσει τη ζωή του ανθρώπου και τις ανθρώπινες σχέσεις σε «βασικές» και «θεσμικές».
      Από την άλλη υπάρχει γενική διαφωνία στο πόσο ριζικά και με ποιο ακριβώς τρόπο μπορούν οι θεσμοί να επηρεάσουν τη «βάση» και να βελτιώσουν τη ζωή των ανθρώπων.
      Σημαντικό ρόλο στη ζωή των ανθρώπων παίζει λοιπόν η εκπαίδευση, όχι γενικά και αφηρημένα, ως έννοια και θεσμός, αλλά συγκεκριμένα, όπως αυτή διαρθρώνεται τοπικά στα δημόσια σχολεία, και σηματοδοτεί έτσι σε μεγάλο βαθμό τις σχέσεις και τον τρόπο ζωής, την παιδεία και την ιδεολογία που δημιουργεί αυτός ο τρόπος ζωής.
      Το κράτος έχει σήμερα κάποιους θεωρητικούς θεσμούς «λαϊκής συμμετοχής» και κοινωνικού ελέγχου για την εκπαίδευση, που προφανώς χρειάζονται δημοκρατική παρέμβαση και οικονομική ενίσχυση. Ωστόσο, σήμερα δεν μπορούν να εφαρμοστούν ούτε οι υπάρχοντες θεσμοί στη μικροκλίμακα της εκπαίδευσης.
      Πέραν του τι δεν κάνει η «πολιτεία», οι «πελάτες» γονείς και οι «λειτουργοί» διδάσκοντες της εκπαίδευσης, είναι απόντες από τους υπάρχοντες θεσμούς των συλλόγων γονέων, σχολικών οργάνων κλπ. Οι μεν διδάσκοντες, έχουν αποσυρθεί στα συντεχνιακά υπαλληλικά τείχη τους ενώ κανείς θα περίμενε οι ίδιοι να βγουν μπροστά, να οργανώσουν και να διευρύνουν τα αυτονόητα των θεσμών της μικροκλίμακας. Οι δε γονείς, αγνοούν παντελώς αυτές τις θεσμικές θεωρίες, ενώ κανείς θα περίμενε να βάλουν όλοι από ένα λιθαράκι, ο καθένας σύμφωνα με τις δυνατότητές του, για άμεση εδώ και τώρα βελτίωση της ζωής και της προοπτικής των παιδιών. Όλοι διαπιστώνουν τη συνεχή απαξίωση της δημόσιας εκπαίδευσης και κάποιοι διαμαρτύρονται πότε-πότε εδώ κι εκεί, αλλά όλοι προσχωρούν στην πράξη στη μεγέθυνση της συμπληρωματικής και της βασικής ιδιωτικής εκπαίδευσης. Και για όσους δεν βγαίνουν, δεν υπάρχει κανείς να τους βοηθήσει, εδώ και τώρα που χρειάζονται.
      Γύρω από την εκπαίδευση «αναπτύσσεται» παραδειγματικά, ο διαχωρισμός των ανθρώπων, η ασυνεννοησία, η κερδοφορία, και η διάλυση της γειτονιάς, και της πατρίδας, ενώ μπορεί να χτιστεί η αλληλεγγύη, και η κάλυψη βασικών αναγκών των ανθρώπων, και του κόσμου ολάκερου. Ποιος όμως ασχολείται ;

      Κάποιοι ελάχιστοι γονείς (και διδάσκοντες) ασχολούνται και συνήθως αναλαμβάνουν να παίξουν συμπληρωματικό ρόλο παλιού σχολικού επιστάτη, διαθέτοντας χρόνο. Παράλληλα, με τις θεσμοθετημένες «συνδρομές» των γονέων, προσπαθούν να ενισχύουν με ασπιρίνες τις ελλείψεις υποδομών. Κατά βάση προσπαθούν ειλικρινά, ωστόσο πρακτικά λειτουργούν μοναδιαία σε συνθήκες απόσυρσης του κράτους από την κοινωνική λειτουργία, και τελικά λόγω της έλλειψης μαζικότητας μεταπίπτουν σταδιακά στην παραγοντική λειτουργία.
      Κάποιοι, ακόμη πιο ελάχιστοι, επιχειρούν να στήσουν εκδηλώσεις, με εθελοντική συμμετοχή, με δωρεάν ή σχεδόν δωρεάν μαθήματα, με οργάνωση προσφοράς ή ανταλλαγής εκπαιδευτικών ή υλικών αγαθών, στοχεύοντας και επιδιώκοντας την μαζικότητα. Αυτές οι προσπάθειες, έχουν δυνατότητα να συγκεντρώσουν και να εκπαιδεύσουν την πλειοψηφία και να αυτο-εκπαιδευτούν. Μπορούν να παράγουν και να διανέμουν βασικές αξίες χρήσης για τις οποίες υπάρχει μαζική ζήτηση. Και κυρίως μπορούν άμεσα να καλύψουν βασικές ανάγκες των πιο συμπιεσμένων στρωμάτων της γειτονιάς, χωρίς να περιορίζονται στην ελεημοσύνη. Παράλληλα μπορούν να δημιουργήσουν συνθήκες συνεννόησης και συνεργασίας μεταξύ γονέων-διδασκόντων-μαθητών. Μπορούν να δημιουργήσουν εκ του φυσικού ένα «μαζικό κίνημα» για την δωρεάν δημόσια εκπαίδευση.
      Οι υπάρχοντες θεσμοί στο χώρο του δημόσιου σχολείου δεν απαγορεύουν αυτές τις δραστηριότητες, και την προοπτική τους, αλλά βέβαια χρειάζεται η αντίστοιχη πρόθεση, διαθεσιμότητα και ενέργεια ικανής κρίσιμης μάζας σε τοπικό επίπεδο. Προοπτικά, στο δημόσιο χώρο του σχολείου μπορούν να καλούνται ή να στεγάζονται δραστηριότητες από κάθε τοπικό σύλλογο ή πρωτοβουλία και κάθε άλλη συνεργατική επιχείρηση, και τελικά να διασυνδέεται έτσι φυσικά, το σύνολο της τοπικής κοινωνικής πλειοψηφίας.
      Δυστυχώς η κάθε είδους πολιτική αριστερά, που «θεωρητικά» διαθέτει αυτή τη θεωρητική και πρακτική ανθρώπινη κρίσιμη μάζα, δεν διαθέτει καθόλου συντονισμένες δυνάμεις και θεωρία για την από κοινού οργάνωση και τη στήριξη αυτών των προσπαθειών, και εξαντλείται σε αντιπαραθέσεις εντός εκτός και επί τα αυτά. Και δυστυχώς, τα παιδιά τα πληρώνουν όλα αυτά. Και τα παιδιά μεγαλώνουν…
      Β.
      Η προϊούσα φροντιστηριοποίηση, πλέον των τάξεων του λυκείου και των ξένων γλωσσών, περιλαμβάνει όλες τις σφαίρες του πολιτισμού (αθλητισμός, μουσική, νέες τεχνολογίες, κοινωνική παιδεία, ψυχολογική υποστήριξη, κλπ,) οι οποίες προοπτικά θα καταλαμβάνουν όλο και μεγαλύτερο μέρος της ζωής των ανθρώπων επεκτείνοντας το «ωράριο». Το κράτος αποσύρεται σταδιακά, εισάγοντας την ιδιωτική οικονομία μέσα στα σχολεία μέσω χορηγών. Με την ίδια μορφή η αυτοδιοίκηση επιχειρεί να προσφέρει καρικατούρες πολιτισμικής και κοινωνικής προσφοράς.
      Το παράδειγμα και η συνειδητοποίηση και τελικά η μαζική απαίτηση ότι αυτές οι πολιτιστικές αξίες χρήσης μπορούν και πρέπει να παραχθούν κοινωνικοοικονομικά και όχι ιδιωτικά μπορεί να ανθίσει στο χώρο του δημόσιου σχολείου, κατά αρχήν με εθελοντική κάλυψη κάποιων αναγκών εκ των ιδίων. Η προοπτική αυτή είναι κρίσιμο να περιλαμβάνει και την παραγωγή υπηρεσιών με πληρωμή κόστους χωρίς υπεραξία σε ανεξάρτητους νέους επαγγελματίες, αντί για την φροντιστηριοποίηση. Και θα ήταν καθοριστικό εάν μπορούσαν να αντρωθούν τέτοιες τοπικές και δημοτικές κοινωνικοοικονομικές επιχειρήσεις. Βαθμιαία η διαχείριση αυτών των επιχειρήσεων μπορεί να γίνει υπόθεση της αυτοδιοίκησης, η οποία θα στηρίζει τον τομέα από τη φορολογία σε χρήμα ή σε είδος των τοπικών ιδιωτικών επιχειρήσεων, εισάγοντας με αυτό τον τρόπο μια μορφή κοινωνικού κύκλου εργασιών και συμβολικού κοινοτικού «αντι-χρήματος».
      Αυτές οι κοινωνικοοικονομικές επιχειρήσεις θα μπορούσαν να δημιουργηθούν βασιζόμενες όχι στο κεφάλαιο αλλά στην εργασία, στη λειτουργική βάση «μια ανηγμένη εργατοώρα, ένα ανηγμένο προϊόν», και στην ιδιοκτησιακή βάση «ένας άνθρωπος, μια ψήφος». Η λογική της ανηγμένης ποσότητας εργασίας και του ανηγμένου προϊόντος, που θα επιτρέπει τον συνυπολογισμό της ποιότητας της εργασίας με ανώτατο όριο π.χ. διπλασιασμού της ανηγμένης ποσότητας λόγω ποιότητας, επιτρέπει τη συνύπαρξη και την αναγνώριση διαφορετικών ποιοτήτων και δεξιοτήτων, δημιουργεί το απαραίτητο οξυγόνο κινήτρων στη λογική του κοινοτισμού, και αποτρέπει την ασφυξία και την ισοπέδωση. Το ταλέντο, η ποικιλία και η ιδιαιτερότητα είναι απαραίτητα, ακόμη και στον κομμουνισμό, και το πρόβλημα δεν δημιουργείται με την αποδοχή και εξυπηρέτησή τους, αλλά με τη συσσώρευση. Αρκεί λοιπόν κάθε ανταμοιβή της ποσότητας και της ποιότητας να καταναλώνεται εντός του κοινωνικού κύκλου εργασιών για την κάλυψη της ποικιλίας αναγκών έως και ατομικών εργαλείων των παραγωγών και όχι για τη συσσώρευση και την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, τα οποία παραμένουν συλλογικά-κοινοτικά-κοινωνικά.
      H φυσική και όχι «από μηχανής» κοινωνική οικονομία και η πολιτική μπορεί να ανθίσει σε τοπικό επίπεδο, και φυσικό πρωτογενές κύτταρο είναι ο χώρος και η γειτονιά του δημόσιου σχολείου, με επίκεντρο τους συλλόγους γονέων, όπου η τοπική παραγωγή αξιών χρήσης και η αλληλεγγύη, μπορεί να επεκταθεί σε πολλά επίπεδα, πλέον της εκπαίδευσης. Εκ του φυσικού δευτερογενής διασύνδεση, είναι ο χώρος της τοπικής αυτοδιοίκησης. Γύρω από αυτόν τον φυσικό και καθόλου φαντασιακό χωροχρόνο, μπορεί να αναβλύσει μια πραγματική ζωή, που αναπόφευκτα θα αφορά και την «από τα κάτω» πολιτική θέσμιση σε τοπικό και αυτοδιοικητικό κατ αρχήν επίπεδο. Στη χειρότερη περίπτωση, το εκ του φυσικού μαζικό κίνημα αυτής της ζωής θα είχε υπολογίσιμη ισχύ ώστε να επιβάλλει να «προσληφθεί» στο κράτος όλη αυτή η κοινωνικοοικονομία. Των δε μεγάλων θεωριών και φιλοδοξιών, και των τρόπων πρόληψης της γραφειοκρατικής διασύνδεσης και των «συνολικών λύσεων», προηγείται η χειροτεχνία.
      Πέραν αυτού του προνομιακού πεδίου τοπικής παρέμβασης, η κοινωνική οικονομία αφορά και τον αντίστοιχο εκδημοκρατισμό και «κοινωνικοποίηση» των δημοσίων υπηρεσιών και των ιδιωτικών επιχειρήσεων, ωστόσο οι συνθήκες και οι όροι στα πελάγη αυτά είναι συντριπτικά δυσμενείς, όσο δεν προϋπάρχουν κοινωνικοί αυτοματισμοί και πρακτικές λύσεις σε μικρογραφία. Παράλληλα, μια τέτοια επέκταση του κοινωνικού και δημοκρατικού τρόπου, απαιτεί περισσότερη παρέμβαση της πολιτικής και ευνοϊκότερους πολιτικούς συσχετισμούς, από την αυτοδιοίκηση προς το κράτος. Όμως οι πολιτικοί αυτοί συσχετισμοί δεν πρόκειται ποτέ να επιτευχθούν με θεσμική, προτασιακή, ή διαδηλωτική παρέμβαση, χωρίς την αντίστοιχη παρέμβαση στο πρωτογενές επίπεδο της κοινωνικοοικονομικής βάσης.
      Γ.
      Κατά τη συνήθη σχολαστική εκδοχή η κοινοτική-κοινωνική οικονομία και ο απαιτούμενος εθελοντισμός της σημαίνει πως οι πολίτες θα επωμίζονταν το βάρος και το κόστος ενεργειών που κανονικά είναι ευθύνη και χρέος του κράτους. Πράγματι, ποιον θα βόλευε να μην σχετίζεται το κράτος με την κοινωνική οικονομία, και να αποσυρθεί εντελώς από τις κοινωνικές λειτουργίες που αφορούν την κάλυψη των βασικών σωματικών ανθρώπινων αναγκών, τη στέγαση, την περίθαλψη, την υγεία και την εκπαίδευση ; Ποιόν θα βόλευε, να ανατεθούν αυτές οι λειτουργίες στην ιδιωτική οικονομία για όσους έχουν, και στη φτωχή κοινωνική οικονομία, ή στην απλή επιδοματική ελεημοσύνη για όσους δεν έχουν; Ποιον θα βόλευε ο ανταγωνιστικός διαχωρισμός των τομέων της οικονομίας σε κρατική, ιδιωτική και κοινωνικοοικονομική και ποιος θα ήταν ο «νικητής» του ανταγωνισμού αυτών των συστημάτων ; Ποιόν θα βόλευε μια τέτοια «συμπληρωματική» λειτουργία των τομέων της οικονομίας, όπου το κέρδος θα διαχειρίζεται τον κόσμο, και τα θύματα του ανταγωνισμού θα γιατροπορεύονται από την κοινωνική οικονομία, για την οποία θα δουλεύουν οι εθελοντές καλών προθέσεων ;
      «Η κοινωνική οικονομία μπορεί να γίνει ανέκδοτο, ή μαξιλάρι της κερδοφορίας, εάν δεν έχει άμεση προοπτική διασύνδεσης με το κράτος, έτσι ώστε προοδευτικά ή με άλματα, όλο και περισσότερες επιχειρήσεις να γίνουν κοινωνικο-οικονομικές και αυτό-διαχειριζόμενες. Η δε διασύνδεση απαιτεί αναγκαστικά θέσμιση, και η θέσμιση είναι πολιτική και πολιτική σημαίνει κάποια μορφή κράτους. Και επομένως καθοριστική είναι η πολιτική παρέμβαση στο κράτος και όχι η σπατάλη δυνάμεων σε εθελοντισμούς καλών προθέσεων.»
      Η παραπάνω επιχειρηματολογία έχει μεγάλη αξία, για να «προστατέψει» τις καλές προθέσεις από την αφέλεια και τον ανοργάνωτο πρωτογενή ρομαντισμό. Ωστόσο η ίδια επιχειρηματολογία εύκολα μπορεί να αποτελέσει άλλοθι για την άρνηση της χειραφέτησης και της ανάληψης των ευθυνών, και την παραφθορά της πολιτικής σε παραγοντική εσχατολογία για το όταν και εάν, και έως τότε, σε επετειακή διαμαρτυρία και επαιτιακή καταγγελία.
      Η συνήθης απάντηση λοιπόν είναι, «να αναλάβει τις ευθύνες του το κράτος». Και ενώ θεωρητικά αυτό αφορά το συμφέρον της πλειοψηφίας, είναι πλέον φανερό πως δεν οδηγεί στην έκφραση μιας τέτοιας πλειοψηφικής απαίτησης. Αντίθετα η κάθε μειοψηφική διαμαρτυρία συνοδεύεται συστηματικά από την προϊούσα ιδιωτικοποίηση-συγκεντροποίηση-χρηματιστηριοποίηση, με την αναγκαστική συναίνεση της σιωπηρής πλειοψηφίας. Κατά συνέπεια, πρέπει και η αριστερά να εξηγήσει πλέον τι περισσότερο έχει να προσφέρει εκτός από τη διατύπωση απαιτήσεων, και να εξηγήσει από ποιόν ακριβώς τις απαιτεί, και ποιόν περιμένει να υλοποιήσει αυτές τις απαιτήσεις, και πως ακριβώς θα πείσει τους πολλούς για το συμφέρον τους.
      Ειδικά μάλιστα, όταν η λεγόμενη προτασιακή αντιπολίτευση, καταλήγει να είναι η διατύπωση «σωστών, ορθολογικών, αριστερών» προτάσεων, που πρέπει ωστόσο να υλοποιήσει η δεξιά ή η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση. Κατά μια μετριοπαθή εκδοχή, ο κόσμος θα αλλάξει όταν και εάν, γενικώς δια της εκπαίδευσης και των θεσμικών αλλαγών, αντιμετωπίζοντας τους θεσμούς και την εκπαίδευση σαν να ήσαν άυλοι τίτλοι, η παρέμβαση στους οποίους αφορά απλά τη δικηγορική διαχείριση, ή την από του όρους ομιλία. Η δε αυτο-ονομαζόμενη αγωνιστική αριστερά, «στους δρόμους του αγώνα», καταλήγει δυστυχώς σε στείρα επανάληψη διατύπωσης δίκαιων αγωνιών και απαιτήσεων, υπό το απαθές ή και απορριπτικό βλέμμα της πλειοψηφίας, που κάποτε θα «ξυπνήσει». Καλά είναι όλα τα παραπάνω και χρειαζούμενα, και ότι μπορεί ο καθένας, δεν είμαστε υπεράνθρωποι, και κάποιοι δίνουν την ψυχή τους όλη, αλλά ίσως είναι καιρός, όλες οι πλευρές μας να τολμήσουν να δουν τι λείπει και τι χρειάζεται για να είναι η πρόταση – μαζική πρόταση και ο αγώνας – φυσικός αγώνας, για το εδώ και το τώρα της ζωής, και όχι για το όταν και εάν.
      Κατόπιν «ωρίμου σκέψεως», ίσως φανεί πως η προσπάθεια παραδειγμάτων στη μικροκλίμακα, σε τοπικό επίπεδο γειτονιάς του σχολείου, με άμεσο ορίζοντα την τοπική αυτοδιοίκηση, είναι σήμερα «μονόδρομος» της διεξόδου. Στο κάτω-κάτω, εδώ που φτάσαμε, δεν βλάπτει η διαπίστωση ενός ακόμη μονοδρόμου. Η δε περιβόητη ενότητα στην πράξη, έχει το προνομιακό φυσικό της έδαφος, ενώ η καλλιέργεια των νέων σπόρων σε επιλεγόμενα και κατάλληλα εδάφη, είναι βασικό ταλέντο και ειδολογικό χαρακτηριστικό του ανθρώπου.

    5. Ο/Η κ.κ. λέει:

      Διάβασα προσεκτικά το ενδιαφέρον κείμενο. Κάποιες σκέψεις που μου γεννιούνται από αυτό και από δικές μου προγενέστερες επεξεργασίες είναι οι παρακάτω:
      Υπάρχει η ανάγκη στην ελληνική κοινωνία για όλα όσα διατυπώνετε, υπάρχει καν μια τέτοια ανάγκη στην αριστερά; H ελληνική κοινωνία σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις της νεότεης Ελλάδας στηρίζει σταθερά τον δικομματισμό. Ούτε σε επίπεδο ψήφου δεν φαίνεται να διαμαρτύρεται. Η δε αριστερά ούτε σε επίπεδο διακηρύξεων δεν έχει οράματα και συγκεκριμένες προτάσεις για μια άλλη παιδεία επί της ουσίας, πόσο μάλλον για εναλλακτικές δράσεις. Οι άνθρωποι με οραματισμούς είναι μειοψηφία και δεν ξέρω αν έχουν το δικαίωμα να «σώσουν» αυτούς τους πολλούς που φαίνεται να κάνουν άλλες επιλογές. Η μόρφωση δεν αποτελεί αξία στην κοινωνία μας. Είναι εμπόρευμα, όπως και όλη μας η ύπαρξη. Ίσως εκεί να οφείλεται και η αδιαφορία όλων για όλα και μόνο το χρηματικό κέρδος είναι κίνητρο. Οι εκπαιδευτικοί και κυρίως όλη η ιεραρχία τους είναι ένα εξαιρετικά συντηρητικό κομμάτι, όσο κι αν θα έπρεπε να είναι ακριβώς το αντίθετο μια και υποτίθεται πως έχουν να κάνουν με τη γνώση. Στην πραγματικότητα πουλάνε εκπαίδευση (κι εδώ διαφωνώ με τη χρήση αυτής της λέξης για την παιδεία, μια και παραπέμπει στην εκπαίδευση των σκύλων για να μάθουν να πηδούν ψηλά και να πιάνουν το μπαλάκι, δεν εκφράζει επομένως την συνολική καλλιέργεια του ανθρώπου). Οι γονείς είναι αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι που αποτελούν το κοινωνικό σύνολο, επομένως γιατί να κάνουν κάτι διαφορετικό στα πλαίσια των σχολικών θεσμών από ότι κάνουν στη δουλειά ή στο σπίτι τους. Όσο για τα παιδιά είναι φορείς κυρίως όσων μαθαίνουν βιωματικά στην οικογένεια ή στην απουσία της και κατά δεύτερο λόγο διαμορφώνονται από τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις και εμπειρίες της εποχής, εκτός σπιτιού, μια εκ των οποίων είναι το σχολείο, όχι όμως τόσο ισχυρό όσο ίσως νομίζουμε οτι του αναλογεί ως βασικού θεσμού. Βέβαια δεν ακούγεται ωραίο να είναι κανείς απαισιόδοξος, αλλά πρέπει να είμαστε σε επαφή με την πραγματικότητα, που φυσικά έχει πολλές αναγνώσεις. Η παιδεία μας παρακμάζει εδώ και δεκαετίες μαζί με όλο το κοινωνικό περιβάλλον. Τα παραδείγματα στη μικροκλίμακα υπάρχουν και συμφωνώ πως είναι σημαντικά, κυρίως επειδή μπορεί να κάνουν κάποιους να σκεφτούν αλλιώς για τον κόσμο και την πραγματικότητα, η «δουλειά» όμως αυτή θα πάρει πολύ καιρό αν δεν συμβούν και παράπλευρα πράγματα, από τα πάνω, από δίπλα, από παραπέρα. Όλα είναι πολύ ρευστά αυτή τη στιγμή και σε παγκόσμια κλίμακα. Έχει σημασία και το φαινομενικά μικρό αλλά και τα μεγάλα γεγονότα, όπως αυτή η οικονομική κατά τα λεγόμενα κρίση που διανύουμε αυτή τη στιγμή και που φαίνεται να ανακινεί πράγματα.
      Για να δούμε…

    6. Ο/Η Δημήτρης Α λέει:

      Βασικό χαρακτηριστικό της κοινωνικής συμπεριφοράς τα τελευταία χρόνια είναι η υποχώρηση κάθε είδους συμμετοχικής-εθελοντικής-κοινοτικής-συλλογικής συμπεριφοράς και δράσης και η υποκατάστασή της από τη νοοτροπία του ΠΕΛΑΤΗ-ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ. Ο εθισμός όλων μας στη λογική του «ΑΓΟΡΑΖΩ (με τον παρά μου)- ΚΑΤΑΝΑΛΩΝΩ (έχοντας και απαιτήσεις)» έχει σαν αποτέλεσμα να αντιμετωπίζονται ακόμα και εθελοντικές-αυτοοργανωτικές δράσεις σαν «προϊόντα προς πώληση» από τους «χρήστες-καταναλωτές».
      Χαρακτηριστικά παραδείγματα: Το σωματείο του εργασιακού μου χώρου, διοργανώνει μια φορά το χρόνο μια 3μερη εκδρομή για τα μέλη του (με πολύ μειωμένο αντίτιμο συμ/χής). Σκοπός, πέρα από τη γνωριμία μ’έναν τόπο και την καλοπέραση, είναι η γνωριμία κι η σύσφιξη των δεσμών μεταξύ των μελών, η αλληλοπροσέγγιση κι η αλληλεγγύη (δεδομένου και του σκληρού & δύσκολου εργασιακού/εργοδοτικού περιβάλλοντος). Δυστυχώς, πολλοί συμμετέχοντες αντιμετωπίζουν το ταξίδι με όρους «απαιτήσεων ποιότητας» από ταξιδ. γραφείο και γκρινιάζουν για παροχές, οργάνωση, value for money κλπ. -λες κι αυτό είναι το κεντρικό θέμα.
      Οικείος εκδρομικός-ορειβατικός σύλλογος, με ιδιόκτητη κατασκήνωση & καταφύγιο, αντιμετωπίζει έλλειψη εθελοντών για τις απαραίτητες εργασίες συντήρησης/αναβάθμισης των εγκαταστάσεων, αλλά και άφθονη κριτική για την ποιότητά τους και τις παρεχόμενες υπηρεσίες!
      Όταν θεσμοί εξ’ ορισμού εθελοντικοί/συμμετοχικοί θεσμοί έχουν πέσει θύμα της περιρρέουσας νοοτροπίας κι αντιμετωπίζονται σαν καταν.προϊόντα, που οι «αγοραστές» εξετάζουν-κριτικάρουν καλά-καλά πριν «αγοράσουν», (αλλά σε καμμία περίπτωση δεν τα θεωρούν «δικά τους», γέννημά τους, συλλογική ευθύνη τους), γιατί να μην έχει παρόμοια τύχη και το σχολείο; Επόμενο δεν είναι, τα όποια προβλήματα, αντί να αυξάνουν την ενεργητική συμμετοχή των γονιών στη σχολική ζωή, να τους ωθούν στην ιδιωτική εκπαίδευση, το…»καλύτερο προϊόν»;
      Βασικό γνώρισμα του καταναλωτισμού είναι η ΕΥΚΟΛΙΑ: «Δε μ’ αρέσει => δεν το παίρνω/δεν ασχολούμαι άλλο => φέρε άλλο προϊόν». (Προσπάθεια για) βελτίωση/διόρθωση
      του προσφερόμενου αγαθού ΔΕΝ ΝΟΕΙΤΑΙ. Εδώ στην Αμερική, τη Μέκκα του καταν/σμού, η νοοτροπία δεν άφησε ανεπηρέαστη ούτε τη θρησκεία: τι άλλο είναι οι «αναγεννημένοι χριστιανοί» του Μπους από την καταναλωτική εκδοχή του χριστιανισμού; («Ψήφισε τον Μπους που εφαρμόζει το Σχέδιο του Θεού και θα’ ρθει η δευτέρα παρουσία πολύ σύντομα -ούτε κοπιώδη έργα πίστης & φιλανθρωπίας χρειάζονται, ούτε τίποτα- μόνο οβολός & ψήφος στο σωστό Πωλητή Μεταθανάτιας Σωτηρίας!»).
      Ο pan σωστά επισημαίνει τον κίνδυνο η κοινων.οικονομία ν’ αποτελέσει άλλοθι του συστήματος, αναλαμβάνοντας όσα καθήκοντα θεωρεί αυτό «μη κερδοφόρα». Παρ’ όλα αυτά, δεν υπάρχει άλλος δρόμος από την απόρριψη της καταναλωτικής νοοτροπίας (πρώτα απ’ τους ίδιους τους αριστερούς) και την αξιοποίηση των όποιων υπαρχόντων θεσμών και δομών αφήνουν περιθώριο συμμετοχικής δράσης (και φυσικά τη δημιουργία νέων).

    7. Ο/Η pan λέει:

      Λοιπόν, δεν είναι εύκολο κανείς να είναι αισιόδοξος, στις μέρες μας.
      Αλλά η αντικειμενική απαισιοδοξία που προκύπτει τόσο «ενστικτωδώς», όσο και «επιστημονικώς», δεν μπορεί να οδηγεί τη ζωή, αν δεν παράγει πιθανές, ανθρώπινες, και φυσικές εκδοχές εναλλακτικών βιο-λειτουργιών.
      Δυστυχώς, η εναλλακτική στάση εδώ και δεκαετίες είναι αποσπασματική προσωπική υπόθεση και αντικειμενικά εκφυλίζεται είτε σε λογικές αυτοπραγμάτωσης, είτε διαφυγής, είτε περιχαράκωσης, είτε ηγεσίας (της ντουντούκας),
      Η αριστερά συνεχίζει να μην σχολείται καθόλου με το θέμα, ως ανοικτή συλλογικότητα, ανοικτή στη ζωή των πολλών.

      Εν όψει λοιπόν της συγκυρίας της «κρίσης» και των «λαϊκομετωπικών» ή σχηματικών ή μεταφυσικών λογικών που κυριαρχούν στην αριστερά (στον αντίποδα της ξεχειλωμένης σοσιαλδημοκρατίας),
      δεν είναι καθόλου ανεπίκαιρο να αναρωτηθεί κανείς, πως ενώνεται η θεωρεία με την πράξη, το υποκείμενο με το αντικείμενο, και το τώρα με το όραμα, σε αυτή τη ζωή.

      Όσον αφορά τις μειοψηφίες και τις πλειοψηφίες, ναι οι οραματιστές ήταν και θα είναι πάντα λιγότεροι, και εάν πράγματι είναι οραματιστές, λογικά αναμένεται πως επηρεάζουν με τη ζωή και τα έργα τους, γονιμοποιώντας βιώσιμες εναλακτικές, συγκινώντας προς μια κατεύθυνση, ζώντας τη ζωή των πολλών. Τι συμβαίνει λοιπόν όταν δεν συγκινούν ? Το θέμα βέβαια δεν είναι προσωπικό – δεν υπάρχει προσωπικός οραματιστής – αλλά συλλογικός.

    8. Ο/Η κ.κ. λέει:

      Πάντως τα σχόλια σας με συγκινούν σε βαθμό που να παράγουν κάποιες σκέψεις και αυτό μόνο θετικό μπορεί να είναι. Και νομίζω αυτός είναι ο ρόλος ενός forum διαλόγου που επιτρέπει να συζητηθούν θέματα με ένα τρόπο και από μια οπτική που ίσως λείπει από κάποιους εργασιακούς χώρους ή γενικότερα από σύγχρονες συναντήσεις, που είναι συναντήσεις επί του συστημικού λόγου. Καταρχήν λοιπόν ο λόγος είναι πολύ σημαντικός. Τώρα για την πράξη, δύσκολα τα πράγματα. Εσείς βέβαια Δ.Α. και pan καλά τα λέτε. Η όποια απαισιοδοξία προκύπτει από τη συγκυρία, από τις επιλογές της εξουσίας που φτάνουν ως τα άκρα αυτή τη στιγμή, από τον συντηρητισμό ή και τον υφέρποντα φασισμό που μπορεί να διαγνώσει κανείς στην ελληνική κοινωνία, από το γεγονός ακριβώς οτι είμαστε λίγοι, και οτι μοιάζει να μην συγκινεί ο οραματικός, ο εναλλακτικός λόγος όσο θα έπρεπε. Φταίει όμως αυτή η όποια Αριστερά, με την όποια αναπηρία της ή δεν έχουν ωριμάσει οι συνθήκες; Θα συμφωνήσουμε πως και οι δυο αυτές συνιστώσες είναι εξίσου σημαντικές. Επομένως τίποτα δεν πάει χαμένο μεν, αλλά κάθε τι έχει και το όριο του στη συγκεκριμένη συγκυρία. Αν δε συγκινείς, ίσως δεν είσαι αρκετός ή ίσως δεν είναι σε θέση ο απέναντι να συγκινηθεί. Λαμβάνοντας όμως υπόψη την αγωνία και την ποιότητα όλων όσων γράφουν εδώ, θα συνηγορίσω μάλλον υπέρ του δεύτερου.

    9. Ο/Η pan λέει:

      «Φταίει όμως αυτή η όποια Αριστερά, με την όποια αναπηρία της ή δεν έχουν ωριμάσει οι συνθήκες; Θα συμφωνήσουμε πως και οι δυο αυτές συνιστώσες είναι εξίσου σημαντικές. Επομένως τίποτα δεν πάει χαμένο μεν, αλλά κάθε τι έχει και το όριο του στη συγκεκριμένη συγκυρία.»
      Έτσι λογικά είναι.
      Απλά, σε κάθε συγκεκριμένη συγκυρία, είναι σημαντικό να εκτιμηθεί κριτικά και αυτοκριτικά ποιό είναι το ή τα στοιχεία που λείπουν και χρειάζεται άμεσα να ενισχυθούν και να δουλευτούν. Τα συγκεκριμένα στοιχεία της συλλογικης πράξης της καθημερινής ζωής, έχουν αφεθεί εκτός πρακτικοθεωριτικής οπτικής πολλές δεκαετίες. Προφανώς, τόσο μπορούμε, και επομένως να μην απορούμε.
      Επιπλέον, και από καθαρά θεωρητική άποψη, έχει ξεχαστεί πως η όποια κοινωνική αλλαγή δεν είναι βιώσιμη, χωρίς αντίστοιχο κοινωνικό τρόπο παραγωγής. Και ο τρόπος δημιουργεί την αλλαγή και όχι η αλλαγή τον τρόπο.

    10. Ο/Η Δημήτρης Α λέει:

      Μια και θίξαμε ενδιαφέροντα & σημαντικά ζητήματα: Πόσες παρεμβάσεις βλέπετε σε αριστερά έντυπα (& γενικά ΜΜΕ) για τα ζητήματα αυτά; Θυμάμαι, στις αρχές τις δεκαετίας του ’80, παρεμβάσεις που αποκάλυπταν/αποδομούσαν τον εκμαυλιστικό/προπαγανδιστικό λόγο της διαφήμισης (με συγκεκριμένα, τρέχοντα παραδείγματα!) σε έντυπα όπως το ΑΝΤΙ. Πού είναι σήμερα ανάλογες παρεμβάσεις, που είναι και πιο απαραίτητες από κάθε άλλη φορά; Αραιά και που εμφανίζονται στα αριστερά έντυπα κριτικές πχ. της «γραμμής» που συχνά-πυκνά περνά το επίσημο χόλυγουντ μέσα απ΄τις ταινίες του (είτε ανοικτά πολιτικές, είτε έμμεσα), η σοβαρή κριτική ανάλυση κιν/φου-τηλεόρασης έχει εξοβελιστεί από έντυπα-Ρ/Τ, ακόμα κι απ΄το (ελληνικό) διαδίκτυο! Ο εσωκομματικός προβληματισμός/εκπαίδευση/εμβάθυνση των φορέων της αριστεράς επί των πρακτικών, της κουλτούρας & της ιδεολογίας των media ισούται με όνειρο τηλεοπτικής νυκτός…
      Πολλή δουλειά μας περιμένει σ/φοι και πολύ ξεβόλεμα χρειάζεται (κύρια των καλομαθημένων στη mediaκή [κατά]χρηση στελεχών)…

    11. Ο/Η κ.κ. λέει:

      Είδατε το ντοκιμαντέρ «Το δικαίωμα στην πόλη» στο aformi.wordpress.com;

    12. Ο/Η κ.κ. λέει:

      Λοιπόν pan σκεφτόμουν αυτό που λες για τον τρόπο. Στο ελληνικό σχολείο, γυμνάσιο και λύκειο, τώρα όπως και παλιότερα, τα παιδιά κάθονται σε μια τάξη με θρανία στη σειρά, ο ένας πίσω από τον άλλον, και αναφέρονται σε έναν αρχηγό – αυθεντία – καθοδηγητή – καθηγητή απέναντι τους. Σκεφτείτε τι αντίληψη για τον εαυτό σε σχέση με τους άλλους δημιουργεί από μόνη της αυτή η διάταξη, κατά παράταξη. Αν όμως ο τρόπος που κάθονται μαθητές και καθηγητής στην τάξη (και η λέξη αυτή ακόμα κάτι σημαίνει) ήταν σε κύκλο, όλοι ισότιμα, σχήμα που χρησιμοποιείται σε θεραπευτικές ομάδες, ακριβώς για να επαναφέρει την αίσθηση του ανήκειν, τότε το παιδί θα μεγάλωνε, θα βίωνε επί 6 χρόνια στο σχολείο, μια άλλη αντίληψη του εαυτού ως ισότιμο, συνυπεύθυνο μέρος ενός συνόλου που δεν καθοδηγείται αλλά αυτοκαθορίζεται. Σκεφτείται και αυτές τις λεγόμενες πολιτικές συζητήσεις που γίνονται και φυσικά μόνο συζητήσεις δεν είναι αφού σε μια έδρα κάθονται οι ομιλητές και από κάτω, απένατνι ο «όχλος» που είναι βασικά παθητικός δέκτης, μόνο και μόνο εξαιτίας αυτής της διάταξης, ασχέτως του περιεχομένου του λόγου. Μεγαλώνουμε εθιζόμενοι βιωματικά σε ιεραρχικά σχήματα – συστήματα και θέλω να πώ εδώ σύντομα πως ο τρόπος που τοποθετούνται στο χώρο τα πρόσωπα είναι καθοριστικής σημασίας, περισσότερο και από αυτό που λέγεται. Δηλαδή το να λέμε πως στο σχολείο η κατά παράταξη διάταξη των θρανίων πρέπει να αντικατασταθεί από μια γωνιά με μαξιλάρες ή καρέκλες σε κύκλο είναι ήδη μια επαναστατική πρόταση. Ας σκεφτούμε πώς αναπαράγονται οι ιεραρχικές, εξουσιαστικές σχέσεις και μέσα στις οικογένειες. Πόσες κάθονται γύρω από το τραπέζι και συζητούν ισότιμα τα θέματα, πόσα παιδιά μεγαλώνουν με αυταρχισμό, ψυχολογική βία, απομονωμένα ουσιαστικά, γιατί έτσι μεγάλωσαν και οι γονείς τους και δεν ξέρουν άλλο τρόπο; Ο Φουκώ στο Επιτήρηση και Τιμωρία έχει αναλύσει αυτά τα θέματα αλλά αυτή τη στιγμή δεν έχω χρόνο να παραπέμψω σε συγκεκριμένες σελίδες του βιβλίου.

    13. Ο/Η pan λέει:

      κ.κ.
      με οδηγείς σε μια εντελώς απαραίτηη συζήτηση, η οποία μπορεί και να μας ρουφήξει. Το λέω, για να μην παρεξηγηθεις που δεν θα μπορέσω να ακολουθήσω τους μαγικούς διαδρόμους της.
      Δυστυχώς η κατάσταση και ο τρόπος της αριστεράς δεν είναι καθόλου καλύτερος.
      Δεν είναι μόνο οι συζητήσεις, όπου συνήθως το σώμα εξαντλείται από τις εισηγήσεις των βασικών ομιλητ;vν, που σχεδόν παντα επαναλαμβάνουν αυτά που οι από κάτω γνωρίζουν. Στο χρόνο δε που τυχόν απομένει, οι «από κάτω», αδυνατούν να αποφύγουν το μπάχαλο και πάντως αδυνατούν τη σύνθεση.
      Ας πάμε π.χ. στο πως ξεκινούν οι απεργιακές συγκεντρώεις για πορείες στο Εργατικό Κέντρο. Υπάρχει μια στημένη εξέδρα, από όπου ακούγονται κακόηχοι χαιρετισμοί, αλλοιωμένες μουσικές και αγωνιστικές κριτικές κατά του κεφαλαίου, της κυβέρνησης κλπ κλπ, πράγματα που όσοι είναι πάνω από 30 τα έχουν ακούσει εκατοντάδες φορές, τα ίδια ακριβώς. Βέβαια, ευτυχως, κανείς δεν ακούει, αλλά κάτω από αυτούς τους ενοχλητικούς ήχους, γίνεται η προσωπική ή πολιτική ζύμωση από τους πεπειραμένους. Αν βρεθεί εκεί κάποιος μη πολιτικοποιημένος, που το σκέφτεται να πολιτικοποιηθεί, σίγουρα ua νοιώθει έντονη τάση φυγής. Οι παλιότεροι βέβαια κάνουν υπομονή, γνωρίζοντας πως ακολουθεί ταβέρνα. Τα παραλέω βέβαια λίγο. Όμορφα είναι παρόλα αυτά δε λέω, αλλά είναι καιρός κάποια πράγματα να τα δούμε κι εμείς αλλιώς. Έχουμε μείνει κάπως πίσω…

    14. Ο/Η pan λέει:

      Δημήτρη Α.
      «Βασικό γνώρισμα του καταναλωτισμού είναι η ΕΥΚΟΛΙΑ: “Δε μ’ αρέσει => δεν το παίρνω/δεν ασχολούμαι άλλο => φέρε άλλο προϊόν”. (Προσπάθεια για) βελτίωση/διόρθωση»
      Δηλαδή, το συστημα αυτό, δουλεύει, πατώντας και απαντώντας σε υπαρκτές φυσικές ανάγκες.
      Βέβαια, διαστρέφει και τροποποιεί τις ανάγκες με την εισαγωγή και ανορθολογικών αναγκών που τελικά όμως γίνονται και αυτές βασικές (και τελικά φυσικές) ανάγκες. Παράλληλα, οδηγεί στον γκρεμό, αφού η διαρκής ανάπτυξη χωρίς όρια αντίκειται στη φυσική πραγματικότητα. Ωστόσο αυτή η μεταφυσική των αγορών δεν είναι άμεσα ορατή στην καθημερινή ζωή.
      Τη στιγμή που η αριστερά θέλει να εξασφαλίσει κατ αρχήν τις βασικές ανάγκες σε όλους, είναι πολύ εύκολο για τον καθένα που τις έχει ήδη εξασφαλίσει, να ξεχάσει και να αγνοήσει τις βασικές ανάγκες άλλων, ακολουθώντας τη δική του ανάπτυξη και αυτοπραγμάτωση μέσω των προϊόντων.
      Δυστυχώς η διάκριση των βασικών και των επιπρόσθετων αναγκών δεν είναι τόσο εύκολη και αυτονότητη ώστε να υπάρχει ένας γενικός και αποδεκτός μπούσουλας, έστω μεταξύ των «πολλών».
      Πότε πρέπει να κάνω πάσο και να δώσω; Όταν έχω εισόδημα 1000 ευρώ, ή μήπως 1500?, Και πως θα σπυδάσω το παιδί αν δεν βγάζω 2000?
      Η διαστρωμάτωση και η πολυδιάσπαση (και η διαπλοκή) έχει δημιουργηθεί φυσικά σε παγκόσμιο πλέον επίπεδο, και δεν διαμορφώνεται η δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή η κλασσική πόλωση «μπουρζουαζία-προλεταριάτο», και εδώ θέλω να καταλήξω, η αριστερά δεν έχει βρεί το νέο εργαλείο που θα εκσυγχρονίσει αυτή την παλιά απλή φιλοσοφική πολωση που κάποτε της επέτρεψε να οδγηγεί τις εξελίξεις. Μιλάω βέβαια για εργαλεία που θα στηρίζονται στη φυσική πραγματικότητα και όχι μόνο στην (πάντοτε παραμορφωτική) ιδεολογία

    Σχολιάστε

    Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

    Λογότυπο WordPress.com

    Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

    Φωτογραφία Twitter

    Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

    Φωτογραφία Facebook

    Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

    Σύνδεση με %s