Ερώτηση βουλευτών ΣΥΡΙΖΑ προς τους Υπουργούς Οικονομικών – Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης
Η προσφυγή της Ελλάδας στο μηχανισμό ΕΕ – ΕΚΤ – ΔΝΤ, δεν σημαίνει μόνο την καθημερινή εξαγγελία πρωτοφανών μέτρων κοινωνικής κατεδάφισης στο πλαίσιο εφαρμογής του γνωστού «Μνημονίου». Σημαίνει επίσης την πλήρη απαξίωση της Βουλής αλλά και την υποβάθμιση της κρίσης του ελληνικού λαού. Πρώτα, εκτυλίχτηκε μπροστά στα μάτια των πολιτών το κοινοβουλευτικό πραξικόπημα της 11ης Μαϊου, με την επαίσχυντη τροπολογία του Ν.3845/2010 με το Ν.3847/2010. Βάσει αυτής της τροπολογίας τα μνημόνια, οι συμφωνίες και οι συμβάσεις δανεισμού που υπογράφει ο Υπουργός Οικονομικών με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τις χώρες μέλη της Ευρωζώνης, το ΔΝΤ και την ΕΚΤ δεν εισάγονται πλέον στη Βουλή για «κύρωση» αλλά «για συζήτηση και ενημέρωση». Ακολούθησε το άρθρο 93 του νομοσχεδίου για την κύρωση των Οδηγιών 2007/64/ΕΚ, 2007/44/ΕΚ και 2010/16/ΕΕ, βάσει του οποίου παρέχεται εν λευκώ εξουσιοδότηση στον Υπουργό Οικονομικών στο να υπογράφει μνημόνια, συμφωνίες και συμβάσεις δανεισμού με τα ως άνω μέρη κα γενικά να προβαίνει σε κάθε αναγκαία ενέργεια για τη συμμετοχή του Δημοσίου σε νομικά πρόσωπα και φορείς τα οποία συστήνονται για την εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης, αφαιρώντας ακόμα και την υποχρέωση της κυβέρνησης να τα εισάγει στη Βουλή «για συζήτηση και ενημέρωση».
Από ότι φαίνεται όμως, η κυβέρνηση δεν σταμάτησε εκεί. Έφτασε στο σημείο να αντιμετωπίζει τους έλληνες πολίτες αλλά και τη Βουλή ως «αφελείς ιθαγενείς», καθώς η αγγλική έκδοση του Μνημονίου περιέχει επιπλέον μέτρα σε σχέση με την ελληνική έκδοση.