By Nouriel Roubini*
Δημοσιεύθηκε: 14/06/11
Η επιφυλακτική προσέγγιση της κρίσης στην ευρωζώνη απέτυχε να επιλύσει τα θεμελιώδη προβλήματα της απόκλισης των οικονομιών και της ανταγωνιστικότητας εντός του ενιαίου νομίσματος. Αν συνεχιστεί αυτό, το ευρώ θα κινηθεί προς άτακτες εξελίξεις και εν τέλει θα δούμε τη διάλυση της ίδιας της νομισματικής ενοποίησης, καθώς ορισμένα από τα ασθενέστερα μέλη θα καταρρεύσουν.
Η οικονομική και νομισματική ενοποίηση ποτέ δεν ανταποκρίθηκε πλήρως στις προϋποθέσεις για βέλτιστο νομισματικό χώρο. Αντί γι’ αυτό, οι ηγέτες της Ε.Ε. ήλπιζαν ότι η έλλειψη νομισματικής, δημοσιονομικής και χρηματιστηριακής πολιτικής θα καλυπτόταν από την πρόκληση να επιταχυνθούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Με αυτές η ελπίδα θα ήταν να υπάρξει σύγκλιση στους ρυθμούς παραγωγικότητας και ανάπτυξης.
Η πραγματικότητα αποδείχτηκε διαφορετική. Παραδόξως, η επίδραση της πρόωρης σύγκλισης των επιτοκίων επέτρεψε να δημιουργηθούν μεγαλύτερες αποκλίσεις στις δημοσιονομικές πολιτικές. Η απερίσκεπτη έλλειψη πειθαρχίας σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία συμπληρώθηκε με τη δημιουργία καταστάσεων φούσκας σε άλλες, όπως η Ισπανία και η Ιρλανδία. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις καθυστέρησαν, ενώ η μισθολογική ανάπτυξη σε σχέση με την ενίσχυση της παραγωγικότητας παρουσίασε μεγαλύτερη απόκλιση. Το αποτέλεσμα ήταν η περιφέρεια να χάσει την ανταγωνιστικότητά της.
Όλες οι επιτυχημένες νομισματικές ενοποιήσεις εν τέλει σχετίστηκαν με πολιτική και δημοσιονομική ενοποίηση. Όμως, οι ευρωπαϊκές κινήσεις προς την πολιτική ενοποίηση έχουν μείνει στάσιμες, ενώ οι κινήσεις προς τη δημοσιονομική ενοποίηση θα απαιτήσουν σημαντικά έσοδα από την κεντρική ομοσπονδία, καθώς και ευρεία έκδοση ευρωομολόγων – όπου οι φόροι των Γερμανών φορολογουμένων (και των υπόλοιπων κρατών του κέντρου) θα στηρίξουν όχι μόνο το χρέος της χώρας τους αλλά και το χρέος της περιφέρειας. Οι φορολογούμενοι των κεντρικών κρατών δύσκολα θα το δεχτούν. (περισσότερα…)